Λουτρά Αιδηψού — Sp Lutrà Edipsù nkt. Ap Λουτρά Αιδηψού/Loutra Aidipsou L Graikija (Euboja) … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Αιδηψού, δήμος — Νέος δήμος (6.670 κάτ.) του νομού Εύβοιας που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην δήμο Λουτρών Αιδηψού, καθώς και τις κοινότητες Αγίου και Γιάλτρων, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο οικισμός Λουτρά… … Dictionary of Greek
Λουτρά Γιάλτρων — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 54 κάτ.) της Εύβοιας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αιδηψού του νομού Ευβοίας … Dictionary of Greek
Αιδηψός — Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 1.292 κάτ.) του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού, στο εσωτερικό της Α. ακτής του φερώνυμου κόλπου (βλ. λ. Λουτρά Αιδηψού). Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αιδηψού. Άποψη της Αιδηψού,… … Dictionary of Greek
Εύβοια — I Νησί (3.658 τ. χλμ., 209.130 κάτ.) που απλώνεται με νοτιοανατολική κατεύθυνση κατά μήκος της βορειοανατολικής ακτής της Στερεάς Ελλάδας. Είναι το δεύτερο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας μετά την Κρήτη. Στα Β του νησιού οι δίαυλοι του Τρίκερι και… … Dictionary of Greek
Loutra Aidipsou — Sp Lutrà Edipsù nkt. Ap Λουτρά Αιδηψού/Loutra Aidipsou L Graikija (Euboja) … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Lutra Edipsu — Sp Lutrà Edipsù nkt. Ap Λουτρά Αιδηψού/Loutra Aidipsou L Graikija (Euboja) … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
λουτρό — Ο χώρος όπου οι άνθρωποι λούονται. Λ. ονομάζεται επίσης η χρήση ψυχρού ή θερμού νερού για τον καθαρισμό του σώματος (λούσιμο) ή για θεραπευτικούς σκοπούς (ιαματικά λ.). Εκτός από το νερό, στα ιαματικά λ. χρησιμοποιούνται ακόμα διάφοροι ατμοί ή… … Dictionary of Greek